Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2010

Το κίτρινο χρώμα που λείπει...


Χειμωνιάζει.Σιγά-σιγά όλα τα σημάδια είναι εδώ.Τα δέντρα δεν έχουν πια φύλλα,όλα πέσανε,κοίτονται στις άκρες του δρόμου σαν καφετί στρώμα λερωμένο από τις βροχές και την λάσπη.Το κίτρινο χρώμα που μας θάμπωνε τα μάτια με το φως του έχει εξαφανιστεί.Γκρίζο.Αυτό επικρατεί.Οι ψυχές μας με όση δύναμη τους απομένει το αποφεύγουν με μανία.Κάθε που η σκέψη πάει να αγγίξει στο μουντό του σημείο,γυρίζει πλευρό, όχι-όχι, σχεδόν φωνάζει,καμώνεται την ανήξερη και ψάχνει για σημάδια μιας άλλης εποχής.Κοιτάζω την πόλη.Μου φαίνεται ίδια σαν και πριν και ας ξέρω βαθειά μέσα μου πως δεν είναι.Ένα ψύχος έχει απλωθεί σαν πέπλο πάνω της και ο καπνός που  πάντα έβγαινε καθησυχαστικά από τις καπνοδόχους των σπιτιών, που μέσα τους χαιρόταν η οικογένεια, έχει λιγοστέψει και αυτός. Η μιζέρια, σαν σιχαμερή γλίτσα έχει απλωθεί και έχει αλλοιώσει  τα πάντα,φοβάμαι πως θα κολλήσει παντού και θα τα ασκημήνει  όλα,κλείνω σφιχτά τα μάτια μου…Η καμπάνα από το βυζαντινό εκκλησάκι με ξαφνιάζει. Οι σκέψεις  γυρίζουν προς τα μέσα μου.Να βρώ ένα σημείο να ακουμπήσω,να συναντήσω τον θεό που κρύβουμε μέσα μας,ναι η πίστη,όχι η χριστιανική,αυτή η άλλη η δική μας,αυτή που μας σώζει στα δύσκολα και που ευτυχώς πάντα είναι εκεί αναλλοίωτη και φωτεινή σαν το κίτρινο χρώμα που λείπει σήμερα από τα φύλλα των δέντρων…

Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2010

Αγάπη: τρία...



Είναι χειμώνας.Ένας από εκείνους τους χειμώνες που πέφτει χιόνι ακόμα και μέσα στην Αθήνα.Παραμονή Πρωτοχρονιάς,μια χαρούμενη μέρα που την κάνει να χαμογελάει η όμορφη διάθεση που υπάρχει στους ανθρώπους.Αγοράζουνε δώρα  για τα αγαπημένα τους πρόσωπα.τριγυρνάνε στους δρόμους της πόλης πιασμένοι χέρι-χέρι,σκέφτονται το αποψινό ρεβεγιόν...
Η Μυρτώ,είναι διπλά χαρούμενη.Είναι ερωτευμένη και αρραβωνιασμένη με τον έρωτά της.Βρίσκονται  μαζί στην Αθήνα για να γιορτάσουν με την οικογένεια του,τον ερχομό του νέου έτους.Όλα μοιάζουν ιδανικά και ονειρεμένα.Η μεγάλη πόλη στολισμένη γιορτινά,λάμπει και την γοητεύει.Έχει σκεφτεί τι θα ταιριάζει στον καθένα τους και το έχει αγοράσει με αγάπη.Της αρέσει να χαρίζει δώρα και αγαπάει την έκπληξη και το φως στα πρόσωπα όταν το δώρο είναι της αρεσκείας τους.Γιαυτό τα διάλεξε με προσοχή.Προσπάθησε να μπεί στην θέση του καθενός και να φανταστεί τι θα επιθυμούσε.Και νομίζει πως τα κατάφερε.Το βράδυ μετά  το κόψιμο της βασιλόπιττας,θα τους προσφέρει την αγάπη της μέσα από τα δωράκια που αγόρασε.
Μπήκε λαχανιασμένη στο σπίτι.Οι σκάλες, που τις ανέβηκε μονομιάς με την ορμή της νιότης της της αναψοκοκινήσανε τα μάγουλα και της κόψανε την ανάσα.Η μυρωδιά της πίττας που ψηνότανε στον φούρνο μοσχοβόλησε τον χώρο.Λένε πως κουβαλάμε  τις συνήθειές μας όπου και να πάμε. και πως αυτό είναι η πατρίδα μας.Έτσι και σε τούτο το σπίτι,η  πίτα που με τόση προσοχή είχε ετοιμαστεί,ήτανε σαν εκείνη που κάνανε στην πόλη  στην οποία γεννηθήκανε.Κοινή η καταγωγή τους,κοινή και η νόστιμη βασιλόπιττα.Τα χρόνια τα παλιά μέσα σε κάθε κομμάτι που μοιράζανε,υπήρχε και κάτι που αντιστοιχούσε στις αρμοδιότητες που θα αναλογούσαν στον καθένα της οικογένειας για όλον τον υπόλοιπο χρόνο.Όποιος ας πούμε τύχαινε το άχυρο θα ασχολείτο με τις αγροτικές εργασίες του σπιτιού, ό άλλος που θα τύχαινε το νόμισμα του έπεφτε ο κλήρος του να φέρει τα χρήματα στην οικογένεια κλπ,κλπ…
Η Μυρτώ χαμογέλασε με τούτες τις σκέψεις.Περίμενε με μια χαρούμενη αγωνία να δει ποιος θα κέρδιζε το φλουρί.Πολύ θα ήθελε να γίνει δικό της φέτος και  θα το είχε και σαν καλό σημάδι,μιας και έμπαινε στην νέα της οικογένεια για πρώτη φορά.Από την φασαρία που ερχότανε έξω από το δωμάτιο, κατάλαβε πως και οι υπόλοιποι είχανε έρθει.Αποτελείωσε το ντύσιμό της και χαμογελαστή βγήκε να τους συναντήσει.Ο αγαπημένος της έπαιζε με τα μικρά του ανήψια.Της ένευσε να καθήσει δίπλα του και εκείνη υπάκουσε με ευχαρίστηση.Μέσα σε εκείνη την  ευτυχισμένη ατμόσφαιρα κατέφτασε και η νοικοκυρά του σπιτιού με το ταψί.Το τοποθέτησε στο κέντρο του τραπεζιού και έδωσε στον οικοδεσπότη το μαχαίρι για τα περαιτέρω.Το κόψιμο της πίττας απαιτεί ακρίβεια και προσοχή.Πρέπει κατ’ αρχάς τα κομμάτια να μοιραστούν σε όσα αντιστοιχούν στους παρευρισκόμενους συν ένα για την Παναγία (και ενδεχομένως και για κάποιον απόντα), και να μοιραστούν δίκαια, σε ίσες ποσότητες δηλαδή,για να έχουν όλοι την ίδια ευκαιρία στην τύχη.
Έτσι και έγινε.Η Μυρτώ άκουγε τα ονόματα το ένα να ακολουθεί το άλλο και με μια ας το πούμε αγωνία περίμενε την σειρά της.Τα επιφωνήματα καθώς ψαχνότανε το φλουρί  έδιναν και έπαιρναν,ό ένας μετά τον άλλον έψαχνε το νόστιμο κομμάτι πίτας που του μοίραζε ο πατέρας,τα γέλια και τα χάχανα περίσσευαν ευτυχισμένα…
Κάποια στιγμή,σαν κάτι παράξενο να τράβηξε την προσοχή τους.Γύρισαν και κοίταξαν προς το μέρος της Μυρτώς και τότε ανακαλύψανε πως την είχανε ξεχάσει! Το  πληγωμένο βλέμμα της και τα δάκρυα που λάμπανε στα μάτια της τους έκαναν να νοιώσουν  μια βαθειά ενοχή και σαστισμένα της ζητήσανε θερμά συγνώμη.Η κοπέλα δεν διαμαρτυρήθηκε Χαμογελώντας σκούπισε τα δάκρυά της και ξέχασε την πίκρα της.Μόνο  που κάποια στιγμή, κοίταξε βαθειά στα μάτια τον αγαπημένο της και προσπάθησε να δει κάτι που θα δικαιολογούσε σε εκείνη,μόνο σε εκείνη,την δική του προδοσία.Αναστέναξε βαθειά και δεν μίλησε καθόλου…Και ποτέ ξανά δεν λαχτάρησε να κερδίσει το φλουρί της Πρωτοχρονιάς…

Σάββατο 13 Νοεμβρίου 2010

Το βρήκα χαριτωμένο και ίσως επίκαιρο:))

εκλογικό σώμα

θα είμαι ανάμεσα στα γόνατά σου
θα σου φτιάχνω τα νύχια
τα δικά μου άσχημα
τα δικά σου όμορφα
θα με ψηφίσεις ?
ακόμη και στον έρωτα
προεκλογικός αγώνας
δε μαγειρεύω καλά
νοικοκυρά δεν είμαι
έχω ανασφάλειες
θέλω να ασφαλίζεις την πόρτα μου
και να κοιτάζεις τα λόγια στα μάτια
θα με ψηφίσεις ?
ξέρω
σου λέω τις αδυναμίες μου
μα κοντά σου προτερήματα θα γίνουν
αν με ψηφίσεις
συνειδητά
ψήφος κατασταλαγμένη
το όνομα της αγάπης μας
απελπισία δε θέλω να λέγεται
θα με ψηφίσεις ?
η καρδιά
γέννους θηλυκού
χρειάζεται κατάκτηση
βλέπω θέση κενή
θα με ψηφίσεις?
εγώ ψήφισα ήδη

Αναδημοσίευση από το μπλόγκ της 
ξεχωριστής μου φίλης "Ποδονίφτης"

Παρασκευή 5 Νοεμβρίου 2010

Αγάπη:

Δύο.

Και ξαφνικά χτύπησε το τηλέφωνο.Ώρα 12 και κάτι μετά τα μεσάνυχτα.Χαζογελούσα με την φίλη που μου έκανε παρέα εκείνο το Σαβατόβραδο.Στην χαλαρή ατμόσφαιρα της βραδιάς δεν με ξάφνιασε ο ήχος του.Απάντησα,ο αδερφός μου,με αδιάφορη φωνή μου ανήγγειλε πως ένοιωσε έναν ξαφνικό πόνο στο στήθος και πήγαινε οδηγώντας στο νοσοκομείο. «Μην ανησυχείς» μου είπε, «δεν είναι τίποτα το σοβαρό,αν θέλεις έλα από εκεί και εσύ».Τον πίστεψα,έτσι ήθελα, πήρα την φίλη μου μαζί και οδηγώντας και εμείς φτάσαμε στο νοσοκομείο.Ήταν μια κρύα νύχτα του Φλεβάρη.Μπήκαμε μέσα  στο κτίριο με μια ελαφρά ανησυχία.Η αίθουσα αναμονής ήταν ζεστή και μύριζε απολυμαντικό.Τα πιο σπουδαία πράγματα στην ζωή μας έρχονται στα ξαφνικά.Έτσι και τούτο.Τον είδα να βγαίνει από τα εξωτερικά ιατρεία καθισμένο στο καροτσάκι, «εσείς είστε η  αδερφή του; Ελάτε μαζί μας» ακούστηκε να λέει ο νοσοκόμος και κατευθύνθηκε προς το ασανσέρ.Από  αυτό το σημείο και μετά ο χρόνος σταμάτησε.Θυμάμαι τον εαυτό μου έξω από την εντατική,την καρδιολόγο γιατρό να μου εξηγεί πως πρόκειται για «οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου» και πως «αν θέλετε να ειδοποιήσετε κάποιον για τις επόμενες κρίσιμες ώρες» και  ακόμα νομίζω πως πρόκειται για ένα θολό όνειρο.Στις στιγμές  που ακολουθήσανε,κάτι νεκρώθηκε μέσα μου.Η ανόητη βεβαιότητα πως «δεν θα συμβεί ποτέ σε μένα αυτό» φυσικά δεν υπήρχε,ξαφνικά ένοιωσα πως λύγιζα από ένα βάρος αβάσταχτο,και πως εδώ που  στάθηκα δεν είχα ποτέ ξαναβρεθεί.Όλες οι λεπτομέρειες της ζωής μου,έχασαν ξαφνικά την όποια σημασία τους.Το μόνο που  με απασχολούσε, ήταν η ανάσα του που έβγαινε δύσκολα  και οι σκασμένες φτέρνες του που ήθελα τόσο να χαϊδέψω και δεν μπορούσα.Η νύχτα ,που έδωσε την θέση της στην ημέρα που ακολούθησε, κύλησε ευτυχώς ήσυχα.Το κλάμα που μου περίσσευε το εκτόνωσα σαν βρέθηκα μόνη το χάραμα στο αυτοκίνητό μου,Ούρλιαζα από θυμό,απελπισία και φόβο.Στις προσευχές μου εκείνης της ώρας  , ένοιωσα την ανάγκη της θυσίας.Έπρεπε κάτι να θυσιάσω,κάτι να υποσχεθώ με κάποιον τρόπο να βοηθήσω για να πάνε όλα καλά.Ορκίστηκα για χάρη του να μην ξανακαπνίσω  ποτέ ….

Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2010

Αγάπη:



Ένα.

Η Μαρία είναι δεκαέξι χρονών.Αρχές Γενάρη, και το κρύο στην πόλη αρκετό.Οι μέρες κατά τις οποίες διαδραματίζονται τα παρακάτω είναι πανηγυρικές,υπάρχει δηλαδή μια γιορτή  στους δρόμους  που συμμετέχουν όλοι.Η μητέρα της,δεν της επιτρέπει να φορέσει την καμπαρντίνα που θέλει.Θα φορέσει το παλτό της,πάει και τελείωσε!Άλλωστε κάνει και αρκετό κρύο και η επιλογή της μικρής,θεωρεί πως είναι εντελώς ακατάλληλη.
- Μαμά,θα φορέσω την καμπαρντίνα…
-ΑΠΟΚΛΕΙΕΤΑΙ! Κάνει κρύο,θα αρρωστήσεις…
-Έλα ρε μαμα….σε παρακαλώ!Δεν μου αρέσει καθόλου το παλτό! Η Μιμή μου είπε πως είμαι σαν μαντάμ…
-Να κοιτάει την δουλειά της η Μιμή…Ορίστε μας που θα μας κάνει και κουμάντο!
-ΜΑΜΑ!!!!!
-Σκασμός,που θα μου βγάλεις και γλώσσα…Τελείωσε…Το παλτό θα βάλεις !
Η μικρή αρχίζει να κλαίει με λυγμούς.Βλέπει το αδιέξοδο και την πιάνει απελπισία.Θέλει να νοιώθει όμορφη,θα είναι τόσος κόσμος στου δρόμους,είναι και εκείνο το αγόρι που την παίρνει από πίσω και της σιγοτραγουδάει το: “my lady dArbanvill”,θέλει τόσο να φορέσει την καμπαρντίνα… «ΘΑ ΤΗΝ ΦΟΡΕΣΩ» φωνάζει κλαίγοντας…
- Θα την φορέσεις; Τώρα θα δεις! Θα την κάνω κομμάτια με τα ίδια μου τα χέρια…Θα σου δείξω εγώ! Καμπαρντίνα μου θες χειμωνιάτικα,όρεξη έχω για κρυολογήματα!
Δεν μένει φυσικά μόνο στα λόγια.Παίρνει με θυμό το ψαλίδι και την κάνει κομμάτια,όπως ακριβώς το υποσχέθηκε.Η Μαρία αφού έκλαψε απαρηγόρητη ώρα πολλή, με πρησμένα μάτια και κατεστραμμένη διάθεση, μετά από τις πολλές ικεσίες της Μιμής, φόρεσε το παλτό που σιχαινότανε και βγήκε έξω να διασκεδάσει  την φίλη της και να ξεχάσει την δική της θλίψη…