Μερικά σώματα είναι σαν λουλούδια
άλλα, σαν μαχαίρια
άλλα, σαν λωρίδες νερού
όλα όμως, αργά ή γρήγορα
θα γίνουν πληγές από βαθιά εγκαύματα
που σε άλλο σώμα θα απλώνονται
μεταμορφώνοντας με την φωτιά
μια πέτρα, σε άνθρωπο.
Ο άνθρωπος όμως ταραγμένος ξεκινά
προς όλες τις κατευθύνσεις.
ονειρεύεται ελευθερίες, μάχεται τον άνεμο
μέχρι που μια μέρα η πληγή επουλώνεται
και γίνεται πάλι πέτρα
στο δρόμο κανενός.
Εγώ, που δεν είμαι πέτρα, αλλά δρόμος
όπου περνούν πόδια γυμνά
για όλους εκείνους πεθαίνω από αγάπη
τους δίνω το σώμα μου για να πηγαίνουν
κι ας τους βγάλει σε σύννεφα ή φιλοδοξίες
χωρίς κανείς τους να καταλαβαίνει
ότι ούτε οι φιλοδοξίες ούτε τα σύννεφα
αξίζουν μια παραδομένη αγάπη.
(Λουΐς Θερνούδα, μετάφραση Λένα Καλλέργη)