Δευτέρα 19 Μαρτίου 2018

(πάντα το χρώμα μου ήταν το μαύρο.)



Αυτόν τον χειμώνα  χρώμα μου υπήρξε το  μαύρο. Άνοιγα την ντουλάπα μου και διάλεγα αυθόρμητα κάτι μαύρο, μπλούζα, φούστα, καλτσόν. Παπούτσια όμως (σχεδόν πάντα) κόκκινα. Μάταια η φωνή της μάνας μου φώναζε μέσα στο κεφάλι μου «μη φοράτε μαύρα-τα έχω σιχαθεί-γρουσούζικα είναι-πένθος μου θυμίζουνε». Αλλά εγώ ένοιωθα πολύ καλά και ταιριαστά με το χρώμα που διάλεξα να μου κάνει παρέα αυτόν τον σκληρό χειμώνα. Και λυπάμαι μαμά που δεν το ξέρεις αλλά πάντα το χρώμα μου ήταν το μαύρο.

Σήμερα είναι άνοιξη. Το γεμάτο γκρίζα και ξερά κλαδιά βουνό, το στολίζει ένα ρόδινο θαύμα, τα άνθη της αμυγδαλιάς. Με νοιώθω να έχω κάνει ειρήνη με τις πληγές μου και να λαχταρώ την θάλασσα.  Η ανάσα μου  έχει την γεύση της και την ονειρεύομαι ξύπνια. Το εξομολογήθηκα στον Σ.  προχθές και γέλασε δυνατά και με κατανόηση.

One of these days, θα πάρω το αυτοκίνητό μου και θα οδηγήσω με την εικόνα της μπροστά μου, θα φεύγω, θα φεύγω και θα σταματήσω μόνο όταν την ακούσω να μου μιλάει. Τότε μόνο θα κατέβω και θα περπατήσω δίπλα της. Θα μιλάμε ψιθυριστά και θα κουβεντιάζουμε για όλα όσα μας συνέβησαν  αυτόν τον μακρύ χειμώνα. Θα είναι σαν να μην χωρίσαμε ποτέ, σαν μόλις  χθες να κολυμπούσαμε μαζί στα γαλάζια της χρώματα. Σε μια μυστική γλώσσα θα συνεννοηθούμε και αφού της υποσχεθώ πως  αυτό το καλοκαίρι θα βουτήξω το κεφάλι μου- για πρώτη φορά μέσα στο νερό- εκείνη που ξέρει πόσο πολύ το φοβάμαι αυτό, θα γελάσει δυνατά και θα αφήσει έναν άσπρο αφρό να την στολίσει.

Μετά θα με κοιτάξει λίγο δύσπιστα  και στην συνέχεια θα μου εξομολογηθεί πως το διαισθανότανε καιρό αυτό.

Και κάπως  έτσι, που  το μυαλό μου κάνει άναρχες βόλτες  και πετάγεται από το ένα θέμα στο άλλο, σκέφτομαι πως οι αλλαγές καθόλου δεν μας λογαριάζουνε, γιατί έρχονται όποτε τους καπνίσει και μας αναγκάζουν να επαναπροσδιοριστούμε και να κάνουμε μια νέα εκκίνηση, προσαρμοσμένη σε καινούργιες σταθερές που μας τις χώνουν αποφασιστικά κάτω από τα μούτρα. Γιατί, τι άλλο είναι ο συντηρητισμός, παρά  η αδυναμία μας  να δεχτούμε πως η ζωή αλλάζει αμετάκλητα χωρίς να λογαριάζει τα δικά μας κολλήματα σε ξεπερασμένες πρακτικές και παρελθοντικά μοντέλα

Και πως τελικά αυτό μπορεί να αποδειχτεί και σχετικά γαλήνιο, λίγο γοητευτικό και  λίγο απαραίτητο, για να αποκτάει  και ένα ενδιαφέρον  όλος αυτός ο μονόλογος που γίνεται με τον εαυτό μας κάθε βράδυ λίγο πριν κλείσουμε τα μάτια μας και μηδενίσουμε το κοντέρ της μέρας..
   
(στην φωτογραφία η Αντζελίνα Ζολί το 1991, φωτογράφος ο Michel Clement)

4 σχόλια:

  1. Αμαν βρε,δεν ταιριάζει η μαυρίλα με την φωτεινότητα της αγαπημενης σου πόλης!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Γειά σου Βασίλη μου, πόσο δίκιο έχεις ��
    όμως πάντα υπάρχει και μια σκοτεινή όψη ε;

    Την καληνύχτα μου,

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Τα γραπτά σου ειναι κλασικα αξιοθαύμαστα, πολλες Φορες μάλιστα με βάζουν σε σκέψεις. Η έκπληξη σημερα ειναι η Αντζελίνα 😊

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Κερνάω κουβεντούλα...