Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

Ένα μυγκέ μεγαλώνει στην γλάστρα μου.


Φαίνεται απλό μα δεν είναι. Όταν χρειάζεσαι να γράψεις για κάτι που σε έχει ρημάξει, ποτέ δεν είναι απλό. Ψάχνεις τις κατάλληλες λέξεις, να περιγράφουν μα όχι να υπονοούν κρυμμένο άχτι, να έχουν ελαφράδα και να μην γρατζουνάν αλλά να χαϊδεύουν το τυχαίο μάτι που θα το διαβάσει (και όχι μόνο), δεν ξέρεις για ποιόν το γράφεις, για σένα-για να το βάλεις απέναντι και μετρώντας το να το εκμηδενίσεις- ή για κείνον που σου το προκάλεσε και η συνεπέστατη απουσία του αποτελεί για σένα σημείο αναφοράς;


Και τότε το βλέπεις. Ένα μικρό φυτό που μεγαλώνει στον ήλιο. Που έχει ψηλώσει μες στην άνοιξη και από τα φύλλα του μέσα έχουν ξετρυπώσει μίσχοι με κομπάκια, μελλοντικά ανθάκια, θαύμα για τα μάτια σου, και θαύμα επαναλαμβανόμενο της φύσης. Και τότε τα ξεχνάς όλα, λες σε όλα να πα να γαμηθούν, η ζωή είναι έξω από κουτάκια, δουλειά, φίλοι, έρωτες, μοναδικότητες που σε περικλείουν και σε αποκλείουν μαζί, φέτος ένα μυγκέ ανθίζει στην γλάστρα σου, ένα μυρωδάτο θαύμα θα σε παρηγορήσει, μαζί θα πάτε πάλι στον επιτάφιο, νάτος ο δρόμος που έχει  και πάλι μέσα του το άγνωστο και το γεμάτο πιθανότητες και αναστάσιμες ελπίδες..

4 σχόλια:

  1. Τι όμορφο κομμάτι και πόσο φιλοσοφημένο! Αρκεί να ρίξεις μια ματιά στην φύση και θα δεις την ευτυχία να σου χαμογελά!
    Πολλά φιλάκια και χρόνια πολλά για αύριο!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Μάγδα μου σ ευχαριστώ πολύ. Εύχομαι και σε σένα χρόνια πολλά!

      Διαγραφή
  2. Παραμύθι: η γυναίκα και το Μυγκέ

    Μια φορά και έναν καιρό ήταν μια γυναίκα.
    Κοίταζε τα πόδια της καθώς έσπρωχνε με το μεγάλο δάκτυλο μια μικρή λίμνη νερού, στο μπαλκόνι. Το δεξί πόδι είχε ένα μικρό ερύθημα. Πάλι την έκοψε το παπούτσι στο κότσι. Μετά έβαλε το χέρι της στα μαλλιά και προσπάθησε να βρει εκείνο το μικρό σπυράκι που εμφανιζόταν πάντα σε στιγμές εσωτερικής αποδιοργάνωσης. Το βρήκε και του άλλαξε τα φώτα! Μάτωσε.

    "θες να μου μιλήσεις; "
    Άκουσε μια φωνούλα. Μια φωνούλα ψιθυριστή, απαλή.
    Η γυναίκα σήκωσε το κεφάλι προσπαθώντας να δει από που ερχόταν αυτή η φωνή και τότε η φωνούλα γέλασε.
    " χα χα χα"
    Ήταν τόσο ζεστό και παιχνιδιάρικο γέλιο. Η γυναίκα σάστισε και η φωνή συνέχισε.
    " μα είσαι τόσο αστεία με αυτά τα καστανοκκόκινα μπερδεμένα μαλλιά! Λες και σε βάλανε σε πρίζα!"
    Τότε η γυναίκα είδε ότι το Μυγκέ στη γλάστρα μιλούσε και τα μάτια της απόκτησαν μια λάμψη απόκοσμη.
    ''νιώθεις μόνη αυτή τη στιγμή!"
    Η γυναίκα πήρε το χαμόγελο της Τζοκόντας και το Μυγκέ συνέχισε.
    "είμαστε λυπημένοι όταν σκεφτόμαστε την αγάπη. Δες με! Είμαι πολύ αγαπησιάρικο μα είμαι μόνο, κλεισμένο στον εαυτό μου. Οι καμπανούλες μου από τη φύση τους ζητάνε τον εσωτερικό διάλογο, τη μοναχικότητα! Μα είναι όμορφη η μοναχικότητα δε νομίζεις;"
    Τα χέρια της γυναίκας το χάιδεψαν απαλά. To Μυγκέ συνέχισε.
    "Οι καμπανούλες μου γέρνουν, σκύβω από ευγνωμοσύνη στο θαύμα! Οι καμπανούλες μου έχουν τη δυνατότητα να πάρουν τα μυστικά κάθε ψυχής. Τα μυστικά σου θα είναι ασφαλή κοντά μου, σκύβω και τα ακουμπάω στη γη. Γίνονται τόσο χοϊκά όλα αυτά που θεωρούμε για πολύ ή λίγο σπουδαία!"
    Τα χείλη της γυναίκας πλησίασαν μια καμπανούλα, σούφρωσαν απαλά και η πνοή εισχώρησε στο Μυγκέ.

    Και εκείνη τη στιγμή, ω, εκείνη τη στιγμή! Ένα σύννεφο έστειλε στη γη το σώμα του σε λεπτή χορδή. Η γυναίκα ένιωσε το κάλεσμα και περπάτησε πάνω στη συννεφένια χορδή. Ζήλεψε και ο Ήλιος και έπλεξε σε άρπα τα μαλλιά της. Τώρα τα χέρια της ακολουθούσαν την καρδιά και συνέθεταν μουσική.

    Όσοι έτυχε να περνάνε από το μπαλκόνι της γυναίκας ένιωσαν μια μελωδία μυσταγωγίας. Το αεράκι έφερνε έντονα το άρωμα της πρώτης στιγμής που ένιωσαν την ουσιαστική αγάπη στην ψυχή τους. Δάκρυσαν καθώς το κεφάλι τους έγερνε κάτω σαν μια καμπανούλα Μυγκέ.

    Ποδονίφτης 21,22/4/16

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Κερνάω κουβεντούλα...